Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Λα βι ντε λε ρεμπέτ ασκέρ


Τη νύχτα δεν την έβγαζε,
πικρό μαράζι έβαζε
και είχε χάσει πια κάθε ελπίδα.
Στο τέλος του, όπως θέλησε,
το όνομά Της ψέλλισε
και στην καρδιά κάρφωσε τη λεπίδα.

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

Πλεζίρ να υπάρχει

Αν δεν κρατηθείς από το ψέμμα της χαράς, δε θα μπορέσεις να γευτείς την αλήθεια τής ζωής. Σκέψου πως όλα θα στρώσουν και θα πάνε καλά. Πιες άλλες δυο βόντκες, ακόμα κι αν δε μεθάς πια. Χαμογέλα, κι ας μην το πιστεύεις. Κρατήσου από τη γυναίκα που νομίζεις πως αγαπάς. Και ίσως έτσι φτάσεις στο τέλος.

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Κυριακή 24 Απριλίου 2011

Πάσχα

Ο γνήσιος έρωτας της φλόγας ενός κεριού χωρίς κεσεδάκι μετατράπηκε σε μία ψυχαναγκαστική αγγαρεία, που εν τέλει σε αφήνει μόνο σου με το Μάνο.

Σάββατο 9 Απριλίου 2011

Αλίκη

Έκανα τις πράξεις και είμαι μόνος μου. Το τέλος πλησιάζει. Τουλάχιστο σήμερα δε σε πήρα τηλέφωνο. Αυτά είναι πράγματα!

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Στο λιμάνι

«Αν κατανοήσεις την αξία της πραγματικής σημασίας του ροκεντρόλ και την αποδεχθείς στην ολότητα τής μεγαλοσύνης της, τότε ίσως και να γίνεις λίγο καλλίτερος άθρωπος.», Σουζάν, 23, ερασιτέχνις πόρνη.

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Ο Μπουκόφσκι

Πέθανε σαν σήμερα, το 1994.
Νομίζω πως θα πιω στη μνήμη του. Πολύ. Αυτό θα ήθελε και εκείνος.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

Εξωγένεσις

Ο Έντουαρντ γύρισε πάλι θλιμμένος στο σπίτι. Ήξερε ότι βρωμάει ουίσκι. Απλώς δεν τον ένοιαζε πια. Βρήκε τη Σάρα στον κήπο, να ψεκάζει τα φυτά μέσα στο κρύο, και απόρησε.
-Τι κάνεις εκεί;, τη ρώτησε.
-Μαζεύονται κατσαρίδες το καλοκαίρι.
-Μα είναι ακόμα Γενάρης...
-Ω, Έντουαρντ, ξέρεις πώς φοβάμαι τις κατσαρίδες...
-Ναι. Ναι, το ξέρω.
Έκανε να φύγει, αλλά κοντοστάθηκε.
-Δε θα σε πειράξουν απόψε, της είπε.
Εκείνη προσπάθησε να χαμογελάσει, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν ένα δειλό μουγκρητό. Τελικά τον ακολούθησε στο σπίτι. Ήταν κοντά μεσάνυχτα όταν τελικά έπεσαν στο κρεβάτι.
Πόσες φορές είχε σκεφτεί να την αφήσει; Ούτε κι αυτός δεν ήξερε. Τι θα γινόταν όμως αν έμενε μόνη; Δε θα τα κατάφερνε.
-Τι σκέφτεσαι;, απόρησε η Σάρα.
-Εμάς, απαντάει ο Έντουαρντ φυσώντας την τελευταία του τζούρα και σβήνοντας το τσιγάρο του. Πρέπει να κοιμηθούμε. Έχουμε πρωινό ξύπνημα για την εκκλησία αύριο.
-Έχεις δίκιο.
Κλείσανε το φως, γύρισαν την πλάτη ο ένας στον άλλον και απέμειναν σιωπηλοί.
«Ίσως αυτό να είναι ο έρωτας», σκέφτηκε ο Έντουαρντ, «να συνηθίζεις…».